>
Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΣΟΥ ΒΙΝΣΕΝΤ

Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΣΟΥ ΒΙΝΣΕΝΤ

Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΣΟΥ ΒΙΝΣΕΝΤ

Πού: ΠΑΝΘΕΟΝ CINEMA, ΛΕΥΚΩΣΙΑ

Πότε: 11/01/2018 - 04/02/2018

Εισιτήρια: €7


Πληροφορίες:

Πρόκειται για την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που έγινε όλη με ζωγραφική στο χέρι. Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι της Ντορότα Κομπιέλα και του Χιου Γουέλτσμαν, η παραγωγή από τις εταιρείες BreakThru Films της Πολωνίας και Trademark Films της Βρετανίας.
Διάρκεια: 94 λεπτά
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΤΟΥ ΠΑΝΘΕΟΝ CINEMA


Περισσότερες Πληροφορίες:

65.000 φιλμικά καρέ-ελαιογραφίες από 125 ζωγράφους συνθέτουν την πρώτη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου ζωγραφισμένη εξολοκλήρου στο χέρι

loving vincent.jpg

“Προκαλεί δέος”

Variety

“Εκπληκτική”

The Independent

“Δεν έχουμε δει τίποτα παρόμοιο”

The Telegraph

“Κινηματογραφικό φαινόμενο”

Loving Vincent

Ο αγαπημένος σου Βίνσεντ

«Μόνο μέσα από τους πίνακές μας μπορούμε να μιλάμε.»

Το έγραψε ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ σε μια επιστολή, μια βδομάδα πριν από το θάνατό του

 

Διάρκεια: 94 λεπτά

Τεχνική: Κινούμενη ελαιογραφία

Μια συμπαραγωγή Πολωνίας-Ηνωμένου Βασιλείου με τη συμμετοχή του Κατάρ

Βραβεία

  • Βραβείο Κοινού - Διεθνές Φεστιβάλ Κιν/φου Ταινιών Animation του Ανσί, 2017
  • Καλύτερο Τρέιλερ Animation, Καλύτερα Γραφικά σε Τρέιλερ - Βραβεία Χρυσό Τρέιλερ, 2017
  • Βραβείο Καλύτερης Ταινίας Animation - Διεθνές Φεστιβάλ Κιν/φου της Σανγκάης, 2017
  • Βραβείο Κοινού – Φεστιβάλ Κιν/φου Ostend, Βέλγιο, 2017
  • Βραβείο Κοινού – Διεθνές Φεστιβάλ + Αγορά Κινουμένων Σχεδίων της Σύρου, 2017

Η ταινία

Πρόκειται για την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που έγινε όλη με ζωγραφική στο χέρι. Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι της Ντορότα Κομπιέλα και του Χιου Γουέλτσμαν, η παραγωγή από τις εταιρείες BreakThru Films της Πολωνίας και Trademark Films της Βρετανίας.

Η ταινία δίνει ζωή στους πίνακες του Βίνσεντ Βαν Γκογκ για να διηγηθούν την ξεχωριστή του ιστορία. Κάθε ένα από τα 65.000 καρέ της ταινίας είναι και μια ελαιογραφία ζωγραφισμένη με το χέρι από 125 επαγγελματίες ζωγράφους, που ταξίδεψαν από όλο τον κόσμο για να έρθουν στα στούντιο της Πολωνίας και της Ελλάδας και να πάρουν μέρος στην παραγωγή. Το ίδιο ξεχωριστή, όπως και οι πίνακές του, ήταν η παθιασμένη και κακότυχη ζωή του, και ο μυστηριώδης του θάνατος.

Για κανέναν καλλιτέχνη δεν έχουν δημιουργηθεί τόσοι θρύλοι, όσο για τον Βαν Γκογκ. Τον έχουν αποκαλέσει μάρτυρα, λάγνο σάτυρο, τρελό, ιδιοφυία και ρέμπελο. Ο αληθινός Βίνσεντ αποκαλύπτεται αμέσως από τις επιστολές του, και γίνεται ακαθόριστος μέσα από τους μύθους και το χρόνο. Ο Βίνσεντ έγραψε στην τελευταία του επιστολή: «Μόνο μέσα από τους πίνακές μας μπορούμε να μιλάμε». Τον πιστεύουμε και θα αφήσουμε τους πίνακες να πουν την αληθινή ιστορία του Βίνσεντ Βαν Γκογκ.

Στην αρχή έγιναν τα γυρίσματα ζωντανής δράσης με ηθοποιούς και μετά η ταινία ζωγραφίστηκε με το χέρι καρέ-καρέ. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένας διάλογος μεταξύ των ηθοποιών που ερμηνεύουν τα διάσημα πορτρέτα του Βίνσεντ και των καλλιτεχνών κινούμενης ζωγραφικής που έβαλαν τους χαρακτήρες μέσα στο χρώμα. Στην ταινία πρωταγωνιστούν διάσημα πρόσωπα για να ταιριάζουν με τους διάσημους πίνακες που αναπαριστούν:

- Ντάγκλας Μπουθ (Το πεπρωμένο της Τζούπιτερ, Νώε) ως Αρμάν Ρουλέν

- Έλινορ Τόμλινσον (Πόλνταρκ, Τζακ, ο κυνηγός γιγάντων) ως Αντελίν Ραβού

- Τζερόμ Φλιν (Game of Thrones) ως γιατρός Γκασέ (το πορτρέτο του είχε το ρεκόρ του πιο ακριβού πίνακα για δεκατέσσερα χρόνια, το μεγαλύτερο διάστημα όλων των εποχών)

- Σίρσα Ρόναν (υποψήφια για Όσκαρ για το Μπρούκλιν και την Εξιλέωση) ως η κόρη, Μαργκερίτ Γκασέ

- Κρις Ο’Ντάουντ (Οι Φιλενάδες, The IT Crowd) ως ταχυδρόμος Ζοζέφ Ρουλέν

- Τζον Σέσιονς (Διαφθορά, Συμμορίες της Νέας Υόρκης) ως ο προμηθευτής χρωμάτων του Βίνσεντ, μπάρμπα-Τανγκί

- Άινταν Τέρνερ (Χόμπιτ, Πόλνταρκ) ως ο βαρκάρης από τον πίνακα του Βίνσεντ «Οι όχθες του Ουάζ στο Οβέρ»

- Έλεν Μακρόρι (Χάρι Πότερ) ως Λουίζ Σεβαλιέ, οικονόμος του γιατρού Γκασέ

- και πρώτη εμφάνιση σε ταινία του θεατρικού ηθοποιού Ρόμπερτ Γκούλαζικ, ως Βίνσεντ Βαν Γκογκ

***

Βασικό Συνεργείο

Σκηνοθεσία:    Ντορότα Κομπιέλα και Χιου Γουέλτσμαν

Παραγωγοί:     Χιου Γουέλτσμαν, Σον Μπόμπιτ και Άιβαν Μάκταγκαρτ

Εκτελεστικοί παραγωγοί:        Ντέιβιντ Πάρφιτ και Λόρι Ούμπεν και Σαρλότ Ούμπεν

Σενάριο:           Ντορότα Κομπιέλα και Χιου Γουέλτσμαν

Οπερατέρ:       Τρίσταν Όλιβερ και Λούκας Ζαλ

Κοστούμια:      Ντορότα Ροκουέλπο

Μοντάζ:           Γιουστίνα Βιερζίνσκα και Ντορότα Κομπιέλα

Υπεύθυνος Ζωγραφικής:    Πιοτρ Ντόμινακ

Υπεύθυνος οπτικών εφέ:   Λούκας Μάκιεβιτς

Συνθέτης:        Κλιντ Μανσέλ

Διεύθυνση παραγωγής:         Τόμεκ Βότσνιακ

Πρωταγωνιστούν

Αρμάν Ρουλέν:            Ντάγκλας Μπουθ

Βίνσεντ Βαν Γκογκ:      Ρόμπερτ Γκούλαζικ

Αντελίν Ραβού:           Έλινορ Τόμλινσον

Γιατρός Γκασέ:            Τζερόμ Φλιν

Μαργκερίτ Γκασέ:       Σίρσα Ρόναν

Ταχυδρόμος Ρουλέν:  Κρις Ο’Ντάουντ

Μπάρμπα-Τανγκί:       Τζον Σέσιονς

Βαρκάρης:                   Άινταν Τέρνερ

Λουίζ Σεβαλιέ:             Έλεν Μακρόρι

Εταιρείες παραγωγής

BreakThru Films, παραγωγός εταιρεία

Trademark Films, συμπαραγωγός εταιρεία

SilverReel Entertainment, χρηματοδότηση

Cinema Management Group, διεθνείς πωλήσεις

Συμπαραγωγοί

Δήμος του Βρότσαβ – Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης 2016

Odra-Film/Κινηματογραφικό Ταμείο Κάτω Σιλεσίας

CeTA (Κέντρο οπτικοακουστικής τεχνολογίας)

Με τη στήριξη των

Κινηματογραφικό Ινστιτούτο Πολωνίας

Κινηματογραφικό Ινστιτούτο της Ντόχα

MEDIA

Unibail-Rodamco

***

Περίληψη

Ο Αρμάν Ρουλέν, γιος ταχυδρόμου, αναζητά τον Τεό, αδερφό του διάσημου ζωγράφου Βίνσεντ Βαν Γκογκ. Έχει στα χέρια του την τελευταία επιστολή που έγραψε ο Βίνσεντ, πριν αυτοκτονήσει. Όταν ανακαλύπτει ότι ο Τεό έχει πεθάνει, προσπαθεί να μάθει όσα περισσότερα μπορεί για την εκπληκτική, παθιασμένη ζωή του Βίνσεντ και να ανακαλύψει την αλήθεια για τον μυστηριώδη θάνατό του.    

Σύνοψη

Γαλλία, καλοκαίρι του 1891. Ο ταχυδρόμος Ζοζέφ Ρουλέν (Κρις Ο’Ντάουντ) πατέρας του Αρμάν Ρουλέν (Ντάγκλας Μπουθ), ενός ανεύθυνου και ανερμάτιστου νεαρού, του δίνει ένα γράμμα για να το παραδώσει στο Παρίσι. Πρέπει να το παραδώσει στον αδελφό του φίλου του πατέρα του, Βίνσεντ Βαν Γκογκ, που μόλις είχαν μάθει ότι αυτοκτόνησε. Ο Αρμάν είναι πολύ δυσαρεστημένος με την αποστολή. Τον ενοχλεί η σχέση του πατέρα του με τον Βίνσεντ, έναν αλλοδαπό ζωγράφο που είχε κόψει το αφτί του και τον είχαν κλείσει στο τοπικό άσυλο.

Στο Παρίσι δεν μπορεί να βρει τον Τεό, αδελφό του Βίνσεντ. Η έρευνά του τον οδηγεί σ’ έναν προμηθευτή χρωμάτων τον μπάρμπα-Τανγκί (Τζον Σέσσιονς), ο οποίος του λέει ότι ο Τεό πέθανε λίγο μετά τον Βίνσεντ, προφανώς καταρρακωμένος από το θάνατο του μεγάλου του αδελφού.

Ο Τανγκί διηγείται πόσο βοήθησε ο Τεό τον Βίνσεντ στην εκπληκτική μεταμόρφωσή του. Από ένας άχρηστος στα 28 του, αποτυχημένος ήδη σε τρεις καριέρες που ζούσε σ’ έναν αχυρώνα στο Μπορινάζ του Βελγίου, την περιοχή των ορυχείων, μ’ έναν πάκο βιβλία και μη γνωρίζοντας τι θα κάνει παραπέρα, δέκα χρόνια αργότερα, την εποχή του θανάτου του, είχε γίνει το νέο καλλιτεχνικό αστέρι του Παρισιού. Ακούγοντας ο Αρμάν αυτή την ιστορία αρχίζει να πιστεύει ότι ίσως είχε κρίνει λάθος το φίλο του πατέρα του και θέλει ειλικρινά να μάθει γιατί μετά από τόσο αγώνα, ο Βίνσεντ διάλεξε να αυτοκτονήσει τη στιγμή που ήταν στο κατώφλι της επιτυχίας. Ο μπάρμπα-Τανγκί δεν είχε απαντήσεις.

Κι έτσι ο Αρμάν ταξιδεύει ως τον τελευταίο προορισμό του Βίνσεντ, στο ήσυχο χωριό Οβέρ-σιρ-Ουάζ, μια ώρα έξω απ’ το Παρίσι, για να συναντήσει το γιατρό Πολ Γκασέ (Τζερόμ Φλιν), γιατρό του Βίνσεντ τις τελευταίες βδομάδες της ζωής του, για να βρει μια απάντηση. Ο γιατρός λείπει για δυο μέρες, ο Αρμάν αποφασίζει να τον περιμένει, και σ’ αυτό το διάστημα οι χωρικοί του λένε διαφορετικές θεωρίες για τους λόγους της αυτοκτονίας του Βίνσεντ και για το ποιος ευθύνεται.

Στο Οβέρ-σιρ-Ουάζ, ο Αρμάν μένει στο πανδοχείο των Ραβού, εκεί όπου έμεινε και ο Βίνσεντ τις τελευταίες δέκα μέρες της ζωής του και όπου στις 29 Ιουλίου 1890 πέθανε από μια σφαίρα στην κοιλιά. Ο Αρμάν γνωρίζεται με την Αντελίν Ραβού (Έλινορ Τόμλινσον), κόρη του πανδοχέα. Ενώ περιμένει την επιστροφή του γιατρού Γκασέ, ο Αρμάν μιλάει επίσης με την οικονόμο του γιατρού, Λουίζ Σεβαλιέ (Έλεν Μακρόρι), την κόρη του Μαργκερίτ Γκασέ (Σίρσα Ρόναν), και στις όχθες του ποταμού, εκεί όπου περνούσε τον καιρό του ο Βίνσεντ, γνωρίζεται με τον Βαρκάρη (Άινταν Τέρνερ).

Ο Αρμάν έχει την αίσθηση ότι του κρύβουν την αλήθεια και αισθάνεται σαν ένα πιόνι ανάμεσα στις  αλληλεπικαλυπτόμενες έχθρες των ντόπιων. Ωστόσο είναι αποφασισμένος να ανακαλύψει την αλήθεια, για χάρη του πατέρα του, για τη μνήμη του Βίνσεντ και για τον εαυτό του.  Ένας καβγάς με την ντόπια αστυνομία, μια αναπάντεχη συνάντηση μ’ έναν άλλο γιατρό, και επιτέλους η συνάντηση με τον άπιαστο γιατρό Γκασέ, οδηγούν σε απρόσμενες και σπαραξικάρδιες αποκαλύψεις. Κάνουν όμως και τον Αρμάν να κατανοήσει και να εκτιμήσει την παθιασμένη και εκπληκτική ζωή του Βίνσεντ Βαν Γκογκ.

***

Η τεχνική της ελαιογραφίας σε κινούμενο σχέδιο

Οι χαρακτήρες της ταινίας ερμηνεύονται από ηθοποιούς. Οι ηθοποιοί είτε δούλεψαν σε πλατό που κατασκευάστηκαν ειδικά για να μοιάζουν με πίνακες του Βαν Γκογκ, είτε σε green screen. Οι πίνακες του Βαν Γκογκ και τα κινούμενα σχέδια επεξεργασμένα σε υπολογιστή προσαρμόστηκαν σε αυτά τα πλάνα. Τα γυρίσματα έγιναν στο Λονδίνο στα στούντιο Three Mills και στο στούντιο CeTA στο Βρότσλαβ. Στο έμπειρο κινηματογραφικό συνεργείο συμμετείχαν οι οπερατέρ Λούκατς Ζαλ (υποψήφιος για Όσκαρ για την ταινία Ίντα) και ο Τρίσταν Όλιβερ (Ο απίθανος κύριος Φοξ, Οι κότες το ’σκασαν). Τα πλάνα από τα γυρίσματα ήταν ο οδηγός για τους δημιουργούς κινούμενου σχεδιασμού των πινάκων.

Η τεχνοτροπία μιας ταινίας διαφέρει από αυτήν ενός πίνακα. Ο πίνακας αφορά μια συγκεκριμένη στιγμή στο χρόνο, παγωμένη. Η ταινία είναι ρευστή, μοιάζει να κινείται στο χωροχρόνο. Πριν λοιπόν, και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, η ομάδα Σχεδιασμού-Ζωγραφικής επί ένα χρόνο ανασύνθεταν τη ζωγραφική του Βίνσεντ σε ένα μέσο όπως το φιλμ. Παρουσιάζονται 94 πίνακες που είναι πολύ κοντά στα πρωτότυπα και άλλοι 31 που είτε εμφανίζονται κατά μεγάλο μέρος ή εν μέρει.

Οι πίνακες του Βίνσεντ έχουν διαφορετικά σχήματα και μεγέθη και οι σχεδιαστές-ζωγράφοι έπρεπε να αποφασίσουν ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος παρουσίασής τους μέσα στο κάδρο της κινηματογραφικής οθόνης. Μ’ άλλα λόγια, έπρεπε να ξεφύγουν από τα κάδρα των πινάκων και συγχρόνως να διατηρήσουν την αίσθηση και την έμπνευση των πρωτότυπων έργων. Έπρεπε επίσης να αποφασίσουν πώς θα αντιμετωπίσουν τις «εισβολές», όπου ένας χαρακτήρας ζωγραφισμένος με ένα συγκεκριμένο στιλ μπαίνει σ’ έναν άλλο πίνακα του Βίνσεντ ζωγραφισμένο με διαφορετικό στιλ. Για σεναριακούς επίσης λόγους έπρεπε να αλλάξουν πίνακες που απεικονίζουν ημέρα, σε νυχτερινούς, όπως και πίνακες που απεικονίζουν το φθινόπωρο ή το χειμώνα και έπρεπε να μεταβληθούν σε καλοκαίρι σε σκηνές του ταξιδιού.

Οι σχεδιαστές-ζωγράφοι χαρακτήρων ειδικεύτηκαν στο να οραματιστούν τους ηθοποιούς μέσα στα διάσημα πορτρέτα ώστε να διατηρήσουν τα χαρακτηριστικά τους, και συγχρόνως να φαίνεται ότι μοιάζουν και έχουν τον αέρα του χαρακτήρα στον πίνακα. Έγιναν 377 πίνακες στη διάρκεια του Σχεδιασμού-Ζωγραφικής.

Μετά οι δημιουργοί κινουμένων σχεδίων των πινάκων χρησιμοποίησαν τα σχετικά πλάνα και τα ζωγράφισαν από πάνω σύμφωνα με το στιλ (πινελιές, χρώμα, impasto) που είχε οριστεί από το Σχεδιασμό Ζωγραφικής και ζωγράφισαν το πρώτο καρέ που τράβηξαν σε καμβά διαστάσεων 67 επί 49 εκατοστά. Ύστερα το μετέτρεψαν σε κινούμενο σχέδιο ζωγραφίζοντας ξανά, ταιριάζοντας τις πινελιές, το χρώμα και το impasto του προηγούμενου καρέ, σε όλα τα σημεία του καρέ που κινούνται. Κάθε καρέ καταγράφεται με μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή Canon D20 με ανάλυση 6k.

Οι δημιουργοί δούλεψαν για 2 χρόνια σε όλη την εξέλιξη του έργου, σε σταθμούς εργασίας κινούμενης ζωγραφικής (Painting Animation Work Stations-PAWS) που σχεδιάστηκαν από την BreakThru Films. Οι PAWS έδωσαν τη δυνατότητα στον ζωγράφο να επικεντρώνεται όσο το δυνατό περισσότερο στη ζωγραφική και στην κίνηση χωρίς να ασχολείται με το φωτισμό και την τεχνολογία. Επιπλέον υπήρξε συνοχή στις φωτογραφίες που τραβήχτηκαν στους 97 PAWS σε 3 στούντιο και σε 2 χώρες. Οι 12 από αυτές τις φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης απαρτίζουν κάθε δευτερόλεπτο της ταινίας. Μετά από τη φωτογράφιση των καρέ χρειάστηκε απλώς κάποια διόρθωση φωτισμού, γιατί οι λαμπτήρες αλλάζουν θερμοκρασία όταν γίνεται το κινούμενο σχέδιο και κάποια χρωματική διόρθωση μεταξύ των πλάνων, και τέλος. Οι θεατές πρόκειται να δουν 65.000 φωτογραφίες υψηλής ευκρίνειας πραγματικών ελαιογραφιών.

***

Βίνσεντ Βαν Γκογκ – Μια σύντομη παρουσίαση

«Μόνο μέσα από τους πίνακές μας μπορούμε να μιλάμε»

Ο Βίνσεντ γεννήθηκε στην Ολλανδία και ήταν ο μεγαλύτερος επιζών γιος ενός πάστορα. Οι γονείς του προέρχονταν από καλοστεκούμενες οικογένειες. Ο Βίνσεντ πήρε το όνομα του μεγαλύτερου και άκληρου αδελφού του πατέρα του, Βίνσεντ «Σεντ» Βαν Γκογκ, που είχε κάνει περιουσία ως διακεκριμένος έμπορος τέχνης. Οι γονείς του σκέφτονταν το δικό του συμφέρον όταν του έδωσαν το όνομα του θείου του, για να αναλάβει αυτός την προσοδοφόρα επιχείρηση. Ο Βίνσεντ πήγε πράγματι να εργαστεί στην επιχείρηση όταν ήταν 16 χρονών. Ενώ όταν ήταν παιδί δεν είχε δείξει το παραμικρό ενδιαφέρον ή κλίση για την τέχνη, έπεσε με τα μούτρα για να μάθει τα πάντα. Αλλά η εγκυκλοπαιδική μόρφωση δεν βοήθησε και τον είχαν παραμερισμένο, επειδή πίστευαν ότι ήταν ανίκανος να συνδιαλέγεται με τους πελάτες. Τελικά, τον απέλυσαν. Η απόλυση ήταν ταπεινωτική για τους γονείς του και ο Βίνσεντ προσπάθησε να επανορθώσει. Κάνοντας κακή αρχή ως δάσκαλος στην Αγγλία και μετά βοηθός βιβλιοπώλη στη Χάγη, αποφάσισε να μελετήσει και να γίνει πάστορας σαν τον πατέρα του. Αυτό όμως, οδήγησε σε μεγαλύτερο εξευτελισμό, όταν έγινε φανερό ότι δεν είχε τα ακαδημαϊκά προσόντα για να πετύχει στις εξετάσεις, παρόλο που οι γονείς του φρόντισαν να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα για ένα χρόνο. Ωστόσο ο πατέρας του κατάφερε να του εξασφαλίσει μια θέση, έστω κι αν ήταν στη χαμηλότερη βαθμίδα της εκκλησιαστικής κλίμακας: βοηθός ενός ευαγγελικού ιεροκήρυκα στην απελπιστικά φτωχή περιοχή ορυχείων του Μπορινάζ. Τον απέλυσαν και από αυτή την ταπεινή θέση γιατί ήταν «υπερβολικά θρήσκος». Έδινε στους ανθρακωρύχους την περιουσία της εκκλησίας, τα τρόφιμά του, ακόμα και τα ρούχα του.

Ο Βίνσεντ ήταν σε αξιοθρήνητη κατάσταση. Αρνούμενος βοήθεια από την οικογένειά του, ζούσε σ’ έναν αχυρώνα στο Μπορινάζ. Τον επισκέφτηκε ο αγαπημένος, μικρός του αδελφός Τεό –που αντίθετα απ’ τον Βίνσεντ ήταν πετυχημένος έμπορος τέχνης– και προσπάθησε να τον συνεφέρει από την κατάθλιψη. Του πρότεινε να αξιοποιήσει την αγάπη του για την τέχνη και να δουλέψει για να γίνει καλλιτέχνης. Ο Βίνσεντ, στα 27 του, αρπάχτηκε απ’ αυτό το σωσίβιο και άρχισε να μαθαίνει μόνος του να σχεδιάζει με τη βοήθεια εγχειριδίων που του έδινε ο Τεό. Φυσική κλίση στο σχέδιο δεν είχε, ήταν όμως εργατικός και δουλεύοντας κυριολεκτικά μέρα και νύχτα, άρχισε σταθερά να βελτιώνεται.

Τον πήρε υπό την προστασία του ο θείος του εξ αγχιστείας, Άντον Μοβ, ο διασημότερος εν ζωή ζωγράφος της Ολλανδίας. Παρόλα αυτά ο Βίνσεντ μάλωσε με το θείο του, εν μέρει επειδή φιλοξενούσε στο στούντιό του μια ιερόδουλη με το παιδί της. Η ιστορία αυτή σκανδάλισε όλη του την οικογένεια και ύστερα από πιέσεις του Τεό που τον στήριζε οικονομικά, επέστρεψε στο πρεσβυτέριο των γονιών του. Όσο γρήγορα βελτιωνόταν η δουλειά του –εκεί τέλειωσε το πρώτο του αριστούργημα, τους Πατατοφάγους – τόσο γρήγορα διαλυόταν η σχέση του με την οικογένειά του.  Ο Βίνσεντ δήλωσε ότι ήταν σε πλήρη αντίθεση με την Εκκλησία και είχε πικρούς καβγάδες με τον πατέρα του. Όταν ο πατέρας του πέθανε πρόωρα από έμφραγμα, η μητέρα και οι αδελφές του έριξαν το φταίξιμο στο Βίνσεντ, λέγοντας ότι το άγχος που προκάλεσε στον πατέρα του, τον έστειλε στον τάφο μια ώρα αρχύτερα.

Μετά από κάποια μικρά και αποτυχημένα διαστήματα στην Αμβέρσα και στα βαλτοτόπια του Ντρέντε, ο Βίνσεντ εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά στην πόρτα του Τεό, στο Παρίσι. Χάρη στις διασυνδέσεις του Τεό, ο Βίνσεντ βρέθηκε στο ατελιέ του Κορμόν, πλάι σε ιδιοφυείς νέους ζωγράφους, όπως ο Τουλούζ-Λοτρέκ και ο Εμίλ Μπερνάρ.

Οι πιο νέοι και, όπως λεγόταν, οι πιο ταλαντούχοι ζωγράφοι απέφευγαν τον Βίνσεντ, ώσπου η γκαλερί που δούλευε ο Τεό του ζήτησε να αγοράσει ιμπρεσιονιστική τέχνη. Κι έτσι ο Τεό έγινε ο πιο «περιζήτητος» φίλος για τους ζωγράφους του καινούριου στιλ, αλλά και ο Βίνσεντ, περιζήτητη παρέα. Τους επόμενους τρεις μήνες ο Βίνσεντ και ο Τεό ήταν το κέντρο μιας ομάδας από τους πιο ενδιαφέροντες ζωγράφους. Αλλά το μόνιμο γλεντοκόπι έβλαπτε την υγεία του Τεό και ο Βίνσεντ ένιωθε ότι η δουλειά του βάλτωνε. Κι έτσι έφυγε μόνος του για το νότο αναζητώντας ήλιο και ανθάκια, σαν αυτά στα γιαπωνέζικα σχέδια με τα οποία είχε ξετρελαθεί.

Στην Αρλ της Προβηγκίας όπου πήγε, αναπάντεχα έπεφτε χιόνι, σύντομα ωστόσο έλιωσε και άρχισαν να ξεπετάγονται τα λουλούδια. Και μέσα στον Βίνσεντ όμως, άρχισε ν’ ανθίζει ένα νέο στιλ ζωγραφικής. Είναι αυτό που σήμερα αναγνωρίζουμε σαν το στιλ του Βίνσεντ. Η σύνθεση της ολλανδικής του περιόδου, με τα νέα στιλ που έμαθε στο Παρίσι και με τη μελέτη των γιαπωνέζικων μεταξοτυπιών. Μαζί με την τεράστια παραγωγή καινούριων έργων, ο Βίνσεντ συνέλαβε το σχέδιο να στήσει ένα εργαστήρι καλλιτεχνών όπου θα έρχονταν κι άλλοι καλλιτέχνες απ’ την ομάδα του Παρισιού, κι έτσι, νοίκιασε το Κίτρινο Σπίτι. Πήγε μόνο ο Γκογκέν που δελεάστηκε από τη δωρεάν διαμονή. Ο μήνας του μέλιτος τέλειωσε γρήγορα, καθώς αυξήθηκε ο ανταγωνισμός και η πίκρα μεταξύ τους. Το Κίτρινο Σπίτι τρανταζόταν από εκρηκτικούς καβγάδες, ώσπου ένα βράδυ, μετά από καβγά ο Βίνσεντ έκοψε το αφτί του και έκανε δώρο το κομμάτι στην αγαπημένη του πόρνη. Ο Γκογκέν έφυγε το επόμενο πρωί και έβαλαν τον Βίνσεντ στο τοπικό άσυλο. Μετά από δυο βδομάδες έδειχνε να έχει συνέλθει από την κρίση, αλλά μετά από ένα μήνα η υγεία του επιδεινώθηκε και πάλι. Οι γείτονες υπέγραψαν ένα αίτημα προς το δήμαρχο να τον διώξει, και ύστερα από τόση πίεση ο Βίνσεντ πήγε μόνος του σε μια ιδιωτική ψυχιατρική κλινική στο Σεν Ρεμί στις Μικρές Άλπεις. Για ένα χρόνο περνούσε περιόδους που ήταν εντελώς καλά και περιόδους με τρομακτικές κρίσεις, ώσπου θεώρησε ο ίδιος ότι ήταν αρκετά καλά για να φύγει.

Πήγε στο βορρά για να είναι κοντά στο Τεό, αλλά δεν ήθελε τη φασαρία και τους περισπασμούς του Παρισιού και μετακόμισε σ’ ένα ήσυχο θέρετρο, στο χωριό Οβέρ-σιρ-Ουάζ, μια ώρα έξω απ’ το Παρίσι. Το χωριό, από παλιά τραβούσε τους καλλιτέχνες σαν μαγνήτης που ακολουθούσαν τα βήματα του Σαρλ Ντομπινί, και πολλά από τα μεγάλα σπίτια ήταν τα εξοχικά πλούσιων Παριζιάνων. Εκτός από τη φήμη της ανοχής στους ζωγράφους, ο άλλος λόγος που πήγε εκεί ο Βίνσεντ ήταν ο γιατρός Πολ Γκασέ που ειδικευόταν στη θεραπεία της μελαγχολίας των καλλιτεχνών. Ήταν παθιασμένος υποστηρικτής των νέων ζωγράφων του Παρισιού και γιατρός άλλων ζωγράφων, όπως ο φίλος των Βαν Γκογκ, ο Πισαρό. Ο Γκασέ ήταν και ο ίδιος κατά κάποιον τρόπο ζωγράφος, και φιλοδοξούσε να γίνει κάτι παραπάνω, ήθελε να γίνει ένας ζωγράφος-τζέντλεμαν.

Ο Βίνσεντ αρχικά φάνηκε να πηγαίνει καλά στο Οβέρ και αφοσιώθηκε στη δουλειά του και στη φιλία του με το γιατρό Γκασέ. Συνέχισε ν’ ανησυχεί για πολλές πλευρές της ζωής του: τα χρήματα, την κατάσταση της υγείας του, τον αδελφό του και το καινούριο του μωρό, την απομόνωσή του απ’ τους ανθρώπους. Φαίνεται επίσης, ότι είχε δημιουργηθεί ψυχρότητα στη σχέση του με τον Γκασέ. Δέκα βδομάδες μετά την άφιξή του στο Οβέρ και αφού είχε ζωγραφίσει 70 πίνακες, ένα κυριακάτικο βράδυ γύρισε στο πανδοχείο των Ραβού μ’ ένα θανάσιμο τραύμα στο στήθος. Δήλωσε ότι αυτοπυροβολήθηκε. Γύρισε χωρίς τα υλικά ζωγραφικής που είχε πάρει μαζί του φεύγοντας και χωρίς όπλο. Ποτέ δε βρέθηκαν τα υλικά ούτε το όπλο. Ο Βίνσεντ πέθανε μετά από δυο μέρες με τον αγαπημένο του αδελφό στο πλάι του. 


Ασφαλείς Τρόποι Πληρωμής
Εισιτήρια Πωλούνται

Η SoldOut Tickets ανήκει στην S.S.A Soldout Ltd και είναι μια ανεξάρτητη εταιρεία παροχής υπηρεσιών έκδοσης και διάθεσης εισιτηρίων για τους παραγωγούς, διοργανωτές και τους χώρους εκδηλώσεων και ενεργεί αποκλειστικά ως μεσάζων μεταξύ του παραγωγού και του αγοραστή των εισιτηρίων.


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να εξασφαλίσει ότι θα έχετε την καλύτερη εμπειρία στον ιστότοπό μας. Χρησιμοποιούμε cookies για σωστή πλοήγηση και λειτουργία ιστότοπου και για στατιστικούς και αναλυτικούς σκοπούς. Μπορείτε να επιλέξετε τις κατηγορίες cookie που θέλετε να διαχειριστείτε μέσω των Ρυθμίσεων Cookies ανά πάσα στιγμή. Διαμορφώστε τις Ρυθμίσεις Cookies πριν συνεχίσετε. Για να μάθετε περισσότερα, διαβάστε την Πολιτική Cookies της ιστοσελίδας μας